Ο απολογισμός του φετινού καλοκαιριού είναι βαθιά αποκαρδιωτικός. Τέλη Ιουλίου και ήδη μετράμε πάνω από 900.000 στρέμματα καμένης γης, εκατό καμένα σπίτια, δέκα νεκρούς, ενώ κάθε μέρα κάνουν την εμφάνισή τους και εκατό νέα πύρινα μέτωπα. Νούμερα εξαιρετικά ακόμα και για μία χώρα που έμαθε τόσα χρόνια να ζει με τις πυρκαγιές της, να ζει άπο τις πυρκαγιές της.
Όλον αυτό τον καιρό που το θέμα των πυρκαγιών έχει αγκυροβολήσει για τα καλά στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, γυρίζει συνέχεια στο μυαλό μου η φράση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, στη συνέντευξη που είχε δώσει τον περασμένο Φεβρουάριο στο Β. Χιώτη και είχε δημοσιευτεί στο Κυριακάτικο Βήμα. «Η άποψη άπαξ δάσος εσαεί δάσος είναι τελείως εσφαλμένη και από πλευράς πραγματικότητας και από πλευράς νομικής», έλεγε ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας με αφορμή τη συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρου 24. «Το τι είναι δάσος θα το αποφασίσουμε εμείς. Δεν μπορούμε να κρεμαστούμε από τις αεροφωτογραφίες μιας οποιασδήποτε εποχής.» Και συνεχίζε: «Είναι παράλογο αυτό που ισχύει ότι ό,τι δεν είναι γεωργική γη είναι δασική έκταση, ακόμα και αν δεν είναι δάσος. Αυτό είναι το 49% της ελληνικής γης. Πολύ περισσότερο αφού ο χαρακτηρισμός δασική έκταση σημαίνει τεκμήριο υπέρ του Δημοσίου, άρα στέρηση της ιδιοκτησίας. Η μισή ελληνική γη είναι εκτός συναλλαγής και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί. Αυτό δεν αντέχεται, προπαντός σήμερα που ο κυριότερος πλούτος που μας απέμεινε είναι η ελληνική γη.»
Τόσον καιρό ήθελα να πιστεύω ότι αυτό που πραγματικά δεν αντέχεται είναι οι δηλώσεις τέτοιου τύπου και μάλιστα σε μία τόσο τραγική συγκυρία όπως η φετεινή. Δεν θυμάμαι όμως κανέναν να κατέκρινε ή να σχολίασε τη θέση αυτή όταν δημοσιεύτηκε ή έστω εκ των υστέρων. Αντίθετα, όσο περισσότερο εγκλιματίζομαι στην ελληνική καλοκαιρινή πραγματικότητα, τόσο τείνω να κατανοήσω γιατί μία τέτοια δήλωση δεν προκαλεί αντιδράσεις ενώ αντίθετα μπορεί να βρει υποστηρικτές. Η ιδιοκτησία και δη η ιδιοκατοίκηση είναι υπέρτατες ελληνικές αξίες ενώ η ανοικοδόμηση στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερη από ό,τι σε κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Κάθομαι στο μπαλκόνι του εξοχικού μου σπιτιού στη Χαλκιδική και χαζεύω την απέναντι βουνοπλαγιά. Πέρσι τον Ιούλιο υπήρχε ένα πυκνό πευκοδάσος. Τον Αύγουστο μεταμορφώθηκε σε ένα φαλακρό βουνό με μαύρους κορμούς που κάπνιζαν στάχτη. Φέτος τον Ιούλιο έχει ήδη χτιστεί ένας ολόφρεσκος οικισμός από άσπρα σπίτια με καφέ πέτρα. Τα φώτα που ανάβουν στα μπαλκόνια το βράδυ μαρτυρούν ότι κάποια έχουν ήδη πουληθεί και κατοικούνται.
Πριν από λίγες μέρες βρέθηκα κατά λάθος σε μία θλιβερή παρέα τρέντυ παλίμπαιδων πενηντάρηδων αντρών και γυναικών που έκαναν τις διακοπές τους στη Χαλκιδική. Μαυρισμένοι και αέρινοι κάτω από τα λευκά πουκάμισά τους δυσανασχετούσαν με την πολυκοσμία που έπληξε φέτος τη Χαλκιδική. «Θα βουλιάξει το πόδι σε λίγο από τον κόσμο!» χαριτολογούσαν. «Με τι ασχολείστε;», ρώτησα με την άνεση που μου δίνει η κοινωνιολογική μου ιδιότητα. Είμαστε εργολάβοι, απάντησε η γυναίκα ενός ζευγαριού. Είμαστε πολλά χρόνια εδώ και έχουμε χτίσει πολλούς οικισμούς. Τώρα χτίζουμε έναν οικισμό πριν τo Παλιούρι, μετά τα καμμένα, και κάτι βίλες στη Μυκόνο. Αλλά έχουμε κολλήσει στην πολεοδομία. Ψάχνουμε κάποιον να μεσολαβήσει στον Αλογοσκούφη να δώσει στους εργαζόμενους τις αυξήσεις που ζητάνε ώστε να σταματήσει η απεργία. Αλήθεια εσύ έχεις κάποιον γνωστό;»
Ανήμπορη να αρθρώσω λόγο ξέσπασα σε δυνατά γέλια.
Δευτέρα 30 Ιουλίου 2007
Πέμπτη 5 Ιουλίου 2007
X.T.
Πριν από λίγες μέρες που ετοιμαζόμουν να έρθω στην Ελλάδα πίστευα ότι η επιτόπια επαφή μου με την ελληνική πραγματικότητα θα κάλυπτε το κενό που λόγω φόρτου εργασίας απέκτησα σε σχέση με τα γεγονότα της ελληνικής επικαιρότητας τον τελευταίο μήνα. Ανυπομονούσα να πιάσω στα χέρια μου μια τυπωμένη εφημερίδα και να τη διαβάσω από την αρχή μέχρι το τέλος, μένοντας λίγο παραπάνω στα άρθρα εκείνα που συνήθως αποκλείονται από την ηλεκτρονική της έκδοση. Ήθελα ακόμα, να διαβάσω αναδρομικά τις εφημερίδες των τελευταίων ημερών, να δω τηλεόραση, να ακούσω ραδιόφωνο και να ξεφυλλίσω περιοδικά. Πίστευα ότι μέσω αυτού του μιντιακού brainstroming θα έβρισκα την έμπνευση να γράψω όσα ποστ δεν κατάφερα να συντάξω ένα μήνα τώρα.
Εις μάτην... Από την εφημερίδα που με κόπο προσάρτησα κατά τη διάρκεια της πτήσης μου, μέχρι τις εφημερίδες που με κόπο διάβασα σήμερα στο beach bar, έμπνευση δε βρήκα. Η πυρκαγιά στην Πάρνηθα αφάνισε στο διάβα της το μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων και εισαγώμενων ειδήσεων - της τρομοκρατικής επίθεσης στο Λονδίνο συμπεριλαμβανομένης, που σχολιάστηκε εκτεταμένα από τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό τύπο.
Αναγκάζομαι, λοιπόν, να σχολιάσω εδώ τη μόνη ειδήση που βρήκα και τη μόνη είδηση που δεν ήθελα. Η φωτιά στην Πάρνηθα φιγουράρει εδώ και δέκα μέρες ως πρώτη - και πολλές φορές ως μόνη - είδηση της ελληνικής επικαιρότητας σε όλα τα μέσα επικοινωνίας σημειώνοντας νέο εθνικό ρεκόρ μεταλόγου πυρκαγιάς και αγγίζοντας ταυτόχρονα πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα ύψη οικολογικής κινδυνολογίας και ηθικολογίας (ίσως ο εκφοβισμός να είναι τελικά ο μόνος τρόπος να αποκτήσουμε ατομικά και συλλογικά οικολογική συνείδηση).
Βέβαια, παρ'όλο που η οπτική γωνία προσέγγισης του γεγονότος από τα ΜΜΕ μου φαίνεται αρκετά διευρυμένη σε σχέση με αντίστοιχες παρελθόντων πυρκαγιών, δεν καταφέρνει να ξεφύγει από το γνωστό ιστοριογραφικό δίπολο αιτίες - συνέπειες. Μπορεί να δίνεται για πρώτη φορά τόσο μαζικά ο λόγος σε αυθεντίες (σε δασολόγους, περιβαλλοντολόγους και επαγγελματίες οικολόγους) αλλά οι προτάσεις που γίνονται είναι συγκυριακές και βραχυπρόθεσμες: μας ενδιαφέρει ποιες είναι οι συνέπειες της συγκεκριμένης πυρκαγιάς και όχι των πυρκαγιών συνολικά, καθώς επίσης και και το τι πρέπει να γίνει στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα. Αντίστοιχα, μας ενδιαφέρει να εντοπιστούν οι αιτίες της συγκεκριμένης πυρκαγιάς (υλικές, πολιτικές, ηθικές) και να αποδοθεί και κάποια συγκεκριμένη πολιτική ευθύνη. Η προσκόλληση όμως αυτή στο συγκεκριμένο - απαραίτητη κατά τα άλλα για την αναγνώριση και την αποκατάσταση της ζημιάς - δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η πυρκαγιά της Πάρνηθας είναι ένα εξαιρετικό γεγονός, όπως αντίστοιχα εξαιρετικά γεγονότα μπορούν να θεωρηθούν και οι πυρκαγιές στο Βόλο, τη Χαλκιδική κτλ. Ως εκ τούτου, κάθε πυρκαγιά αναγνωρίζεται και εξετάζεται ως μεμονωμένο περιστατικό και σπάνια εμφανίζεται εγγεγραμμένη σε ένα θερινό ελληνικό χωροχρονικό συνεχές πυρκαγιών που θα έπρεπε να μας απασχολήσει ως τέτοιο.
Εις μάτην... Από την εφημερίδα που με κόπο προσάρτησα κατά τη διάρκεια της πτήσης μου, μέχρι τις εφημερίδες που με κόπο διάβασα σήμερα στο beach bar, έμπνευση δε βρήκα. Η πυρκαγιά στην Πάρνηθα αφάνισε στο διάβα της το μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων και εισαγώμενων ειδήσεων - της τρομοκρατικής επίθεσης στο Λονδίνο συμπεριλαμβανομένης, που σχολιάστηκε εκτεταμένα από τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό τύπο.
Αναγκάζομαι, λοιπόν, να σχολιάσω εδώ τη μόνη ειδήση που βρήκα και τη μόνη είδηση που δεν ήθελα. Η φωτιά στην Πάρνηθα φιγουράρει εδώ και δέκα μέρες ως πρώτη - και πολλές φορές ως μόνη - είδηση της ελληνικής επικαιρότητας σε όλα τα μέσα επικοινωνίας σημειώνοντας νέο εθνικό ρεκόρ μεταλόγου πυρκαγιάς και αγγίζοντας ταυτόχρονα πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα ύψη οικολογικής κινδυνολογίας και ηθικολογίας (ίσως ο εκφοβισμός να είναι τελικά ο μόνος τρόπος να αποκτήσουμε ατομικά και συλλογικά οικολογική συνείδηση).
Βέβαια, παρ'όλο που η οπτική γωνία προσέγγισης του γεγονότος από τα ΜΜΕ μου φαίνεται αρκετά διευρυμένη σε σχέση με αντίστοιχες παρελθόντων πυρκαγιών, δεν καταφέρνει να ξεφύγει από το γνωστό ιστοριογραφικό δίπολο αιτίες - συνέπειες. Μπορεί να δίνεται για πρώτη φορά τόσο μαζικά ο λόγος σε αυθεντίες (σε δασολόγους, περιβαλλοντολόγους και επαγγελματίες οικολόγους) αλλά οι προτάσεις που γίνονται είναι συγκυριακές και βραχυπρόθεσμες: μας ενδιαφέρει ποιες είναι οι συνέπειες της συγκεκριμένης πυρκαγιάς και όχι των πυρκαγιών συνολικά, καθώς επίσης και και το τι πρέπει να γίνει στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα. Αντίστοιχα, μας ενδιαφέρει να εντοπιστούν οι αιτίες της συγκεκριμένης πυρκαγιάς (υλικές, πολιτικές, ηθικές) και να αποδοθεί και κάποια συγκεκριμένη πολιτική ευθύνη. Η προσκόλληση όμως αυτή στο συγκεκριμένο - απαραίτητη κατά τα άλλα για την αναγνώριση και την αποκατάσταση της ζημιάς - δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η πυρκαγιά της Πάρνηθας είναι ένα εξαιρετικό γεγονός, όπως αντίστοιχα εξαιρετικά γεγονότα μπορούν να θεωρηθούν και οι πυρκαγιές στο Βόλο, τη Χαλκιδική κτλ. Ως εκ τούτου, κάθε πυρκαγιά αναγνωρίζεται και εξετάζεται ως μεμονωμένο περιστατικό και σπάνια εμφανίζεται εγγεγραμμένη σε ένα θερινό ελληνικό χωροχρονικό συνεχές πυρκαγιών που θα έπρεπε να μας απασχολήσει ως τέτοιο.
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει η κινητοποίηση του κόσμου που ξεκινάει κάθε φορά την επαύριο της πυρκαγιάς. Μόνο που αυτή τη φορά η κινητοποίηση εμφανίζεται κάπως εμπλουτισμένη. Ένα μήνα μετά τη διαδικτυακή διαμαρτυρία στη μνήμη της Αμαλίας, οι Έλληνες μπλόγκερ σπέυδουν να συνδράμουν στην αποκατάσταση των ζημιών από την πυρκαγιά, ως ομάδα αυτόνομη και ανεξάρτητη, που δεν προσδιορίζεται από την οικολογική της ευαισθησία ή την πολιτικοποίηση της, παρά μόνο από την κοινή ιδιότητα των μελών της να διατηρούν ιστολόγιο. Η ιδιότυπη αυτή σύσταση μιας κοινότητας μπλόγκερ που προβαίνει σε πολιτική δράση είναι κάτι πρωτοφανές. Το πιο ενδιαφέρον δε στην κινητοποίησή τους είναι το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να δηλώσουν την οικολογική τους συνείδηση για να δικαιολογήσουν το ενδιαφέρον τους για το μέλλον του δρυμού - εξάλλου δεν συντάσσονται με τους υπόλοιπους πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως οικολόγοι, φίλοι του περιβάλλοντος ή ο,τιδήποτε άλλο - ούτε την προτίμησή τους σε κάποιο πολιτικό κόμμα ή σε οποιαδήποτε άλλης μορφής παράταξη, παρά επιλέγουν να αυτοαποκαλούνται μπλόγκερ και να δρουν ως τέτοιοι. Η επίκληση της ιδιότητας του μπλόγκερ αποκτά έτσι μια διπλή λειτουργία και μία καινούρια σημασία. Η πρώτη λειτουργία αφορά το εσωτερικό της κοινότητας και στοχεύει στην ενοποίηση των μελών της στη βάση της κοινής τους ιδιότητας. Η δεύτερη αφορά το εξωτερικό της κοινότητας και στοχεύει στη διαφοροποίησή της από άλλες κοινότητες, όπως π.χ. από τους οικολόγους. Ο οικολόγος μπλόγκερ επιλέγει να δράσει ως μπλόγκερ και όχι ως οικολόγος. Ταυτόχρονα, ο μη οικολόγος μπλόγκερ επιλέγει κι αυτός να δράσει παρόλο που δεν είναι οικολόγος.
Η ιδιότητα του μπλόγκερ παίρνει έτσι μια έντονα πολιτική διάσταση, σημαντικά διαφοροποιημένη από την παραδοσιακή πολιτική δράση. Ο μπλόγκερ δε χρειάζεται να δηλώσει οικολόγος, ή φιλάνθρωπος ή ευαισθητοποιημένος και πολιτικοποιημένος πολίτης, για τον πολύ απλό λόγο ότι η ιδιότητα του μπλόγκερ χρησιμοποιείται σημαίνοντας όλα τα παραπάνω: ευαισθησία απέναντι στην αδικία, στράτευση για την καταπολέμησή της, επιθυμία για δράση πέρα από παραδοσιακές πολιτικές κατηγορίες. 'Ετσι, η ομολογία του μπλόγκινγκ αποκτά αυτόματα μία αυτόνομη βαρύτητα, επαρκή από μόνη της να εξηγήσει τη δέσμευση στη δράση. Το πόσο μακριά τώρα, μπορεί να πάει αυτή η κινητοποίηση και πόσο μπορεί να διαρκέσει η ομοιογένεια στο εσωτερικό της κοινότητας των μπλόγκερ είναι κάτι που θα φανεί στην πορεία.
Η ιδιότητα του μπλόγκερ παίρνει έτσι μια έντονα πολιτική διάσταση, σημαντικά διαφοροποιημένη από την παραδοσιακή πολιτική δράση. Ο μπλόγκερ δε χρειάζεται να δηλώσει οικολόγος, ή φιλάνθρωπος ή ευαισθητοποιημένος και πολιτικοποιημένος πολίτης, για τον πολύ απλό λόγο ότι η ιδιότητα του μπλόγκερ χρησιμοποιείται σημαίνοντας όλα τα παραπάνω: ευαισθησία απέναντι στην αδικία, στράτευση για την καταπολέμησή της, επιθυμία για δράση πέρα από παραδοσιακές πολιτικές κατηγορίες. 'Ετσι, η ομολογία του μπλόγκινγκ αποκτά αυτόματα μία αυτόνομη βαρύτητα, επαρκή από μόνη της να εξηγήσει τη δέσμευση στη δράση. Το πόσο μακριά τώρα, μπορεί να πάει αυτή η κινητοποίηση και πόσο μπορεί να διαρκέσει η ομοιογένεια στο εσωτερικό της κοινότητας των μπλόγκερ είναι κάτι που θα φανεί στην πορεία.
Υ.Γ. Κάποια στιγμή αποφάσισα να κλείσω την εφημερίδα και να στρέψω την προσοχή μου στην ελληνική μουσική παραγωγή των τελευταίων μηνών. Παίρνω λοιπόν ένα τυχαίο cd από τη στίβα με τις ολοκαίνουριες αγορές μου και ακούω το ακόλουθο ρεφραίν: Μα ακούς τι λέγεται/ Η Ελλάδα καίγεται/ και τα βράδυα κλαίγεται μέσα απ'το γυαλί/ μην ακούς τι λέγεται / η Ελλάδα καίγεται/ και αυτοί που θα τη σώσουν είναι μόνο οι τρελοί.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)