Η τραγική συγκυρία των πυρκαγιών δεν άφησε φέτος μεγάλο χώρο στην έτσι κι αλλιώς κουτσουρεμένη προεκλογική περίοδο. Χωρίς καλά καλά να καταλάβουμε την έναρξή της βρεθήκαμε ήδη να διανύουμε το τελευταίο της δεκαπενθήμερο, κατά τη διάρκεια του οποίου απαγορεύεται κάθε δημοσιοποίηση δημοσκοπήσεων για την πρόθεση ψήφου των εκλογέων. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά πράγματα τα οποία μπορούμε να παρατηρήσουμε και οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψη σε σχέση με τις δημοσκοπήσεις που μας παρουσιάστηκαν τις τελευταίες ημέρες, ανάμεσα στα τελευταία καλοκαιρινά μπάνια και τους τηλεμαραθώνιους για τις καταστροφικές πυρκαγιές.
Πρώτα πρώτα, οι περισσότερες δημοσκοπήσεις έγιναν για λογαριασμό τηλεοπτικών σταθμών (MRB - Alpha, VPRC - Σκάι, GPO - Mega) και λιγότερο για λογαριασμό εφημερίδων, με αποτέλεσμα να μεταδοθούν τηλεοπτικά και με τρόπο ιδιαιτέρως ελλειπή και πολύ συχνά ασαφή. Ήδη το γεγονός ότι πολλές φορές η ίδια δημοσκόπηση φιλοξενούσε ερωτήσεις, εκτός από την πρόθεση ψήφου των εκλογέων, και για τη γενικότερη στάση των κομμάτων και της κυβέρνησης απέναντι στις πυρκαγιές, μπέρδευε εξ’αρχής τα πράγματα. Στην προσπάθειά τους να σεβαστούν τον τηλεοπτικό χρόνο, όλα ανεξαιρέτως τα κανάλια που παρουσίαζαν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεών τους, αναγκάζονταν να περιοριστούν στην αναγγελία των βασικών αποτελεσμάτων (ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων) με αποτέλεσμα να παραλέιπουν συστηματικά να δώσουν σαφείς πληροφορίες για το δείγμα των ερωτηθέντων (φύλο, ηλικία, γεωγραφική περιοχή), τον τρόπο της συλλογής στοιχείων (τηλεφωνικά ή δια ζώσης, συνέντευξη ή ερωτηματολόγιο), και την κατηγοριοποίηση των δεδομένων (τη συνοπτική καταχώρηση των απαντήσεων σε ομάδες).
Είναι αλήθεια ότι η πρακτική των δημοσκοπήσεων που έχει πια καθιερωθεί και αναμένεται με αγωνία σε όλες τις προεκλογικές περιόδους θέτει περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει. Από τη διατύπωση των ερωτήσεων μέχρι την επεξεργασία και την παρουσίαση των απαντήσεων, η δουλειά των δημοσκόπων περιλαμβάνει πολλά κρίσιμα στάδια, τα οποία τις περισσότερες φορές αγνοούνται από τον τελικό τους αποδέκτη, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να τους αποδίδει μεγαλύτερη αξία από αυτή που έχουν πραγματικά. Έτσι, πολύ συχνά, όταν ακούμε ή διαβάζουμε μια δημοσκόπηση ξεχνάμε ότι δεν πρόκεται για μία αλάθητη επιστημονική πρόβλεψη, παρά για μία διαδικασία κατά την οποία κάποιοι άνθρωποι καλούνται να απαντήσουν τηλεφωνικά, κατά τη βούλησή τους, και χωρίς καμία υποχρέωση αλήθειας ή κύρωση ψεύδους, σε μία σειρά από ερωτήματα, τα οποία πολλές φορές δεν έχουν θέσει καν οι ίδιοι στον εαυτό τους, και στα οποία όμως απαντούν παρ’όλα αυτά. Με άλλα λόγια, οι απαντήσεις που δίνει κάποιος σε μία άγνωστη φωνή στο τηλέφωνο μπορεί να είναι αληθείς όσο μπορεί να είναι και ψευδείς, κατασκευασμένες, παραπλανητικές και διεκπεραιωτικές. Αλλά ακόμα και στην περίπτωση που θέλουμε να είμαστε καλοπροαίρετοι και να πιστέψουμε στις απαντήσεις των ερωτηθέντων, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η πρόθεση ψήφου που οι ίδιοι αναγγέλουν δεν αφορά την ώρα της κάλπης, παρά εκείνη ακριβώς τη στιγμή της ερώτησης.
Σε ένα άρθρο που τιτλοφορείται «Ο Τειρεσίας ή η γνώση μας πάνω στα μελλοντικά γεγονότα», ο κοινωνιολόγος Alfred Schütz (1899-1959) υπογράμμιζε ότι, για μας τους κοινούς θνητούς, σε αντίθεση με κάποια θεϊκή ή μυθική οντότητα όπως ο Τειρεσίας, η γλώσσα του ρίσκου και της τύχης είναι η μόνη που ταιριάζει στη δυνατότητά μας να «βλέπουμε» το μέλλον. Συγκεκριμένα σημειώνει: «Για την τρέχουσα καθημερινή σκέψη, όλες οι προβλέψεις γίνονται modo potentiali με όρους τύχης. Λέμε ότι «το τάδε πράγμα» είναι προφανές ή πιθανό να γίνει ή ότι μπορούμε να υποθέσουμε με το μυαλό μας ή να φανταστούμε ότι «το τάδε πράγμα» θα συμβεί. Μόνο λοιπόν με όρους τύχης μπορούν οι προβλέψεις να αναφέρονται στην τυπικότητα των μελλόντων συμβάντων». Το μεγάλο, τώρα, διανοητικό λάθος είναι ότι πολλές φορές ξεχνάμε αυτή την πραγματικότητα και επεξεργαζόμαστε «αυτό που έχει πιθανότητα να συμβεί» σαν κάτι που έχει ήδη συμβεί. Και όταν γίνεται αυτού του είδους η σύγχηση, μπορεί να ακυρωθεί η ίδια η δυνατότητα της πολιτικής, δηλαδή η ίδια η δυνατότητα μιας συλλογικής δράσης, ικανής να αλλάξει τον ρου των πραγμάτων.
Κοινώς, επειδή οι μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις προβλέπουν νίκη της ΝΔ στις επερχόμενες εκλογές δε σημαίνει ότι η ΝΔ ήδη κέρδισε. Μία δημοσκόπηση «απειλεί» το εκλογικό αποτέλεσμα μόνο στο βαθμό που αφήνουμε τον εαυτό μας να πιστέψει ότι αυτό που μας περιγράφει θα συμβεί πραγματικά. Το λάθος κατά συνέπεια είναι δικό μας. Οφείλουμε να θυμόμαστε συνέχεια, ότι η αδυναμία των δημοσκοπήσεων να προβλέψουν το μέλλον είναι απόλυτη, όχι εξαιτίας της μεθόδου τους, ούτε εξαιτίας της απουσίας της εγκυρότητάς τους, παρά κυρίως εξαιτίας της ίδιας της φύσης του θεμελιώδους αυτού φαινομένου που αποκαλούμε «χρόνο» - φαινόμενο που συνεπάγεται εξ’ορισμού ότι το παρόν δεν μπορεί να είναι το μέλλον και το μέλλον δεν μπορεί να είναι το παρόν.
Το ενδιαφέρον των δημοσκοπήσεων δεν μπορεί να είναι το ότι μας επιτρέπουν να βλέπουμε το μέλλον όπως ο Τειρεσίας, δηλαδή σαν να είναι ήδη παρόν. Το ένα και μοναδικό τους ενδιαφέρον είναι το ότι μας βοηθούν να προβλέψουμε το μέλλον, σαν απλοί θνητοί που είμαστε, με όρους τύχης και ρίσκου. Αναγκαίο βέβαια είναι, να δράσουμε πολιτικά, και μάλιστα συλλογικά, έτσι ώστε αυτό που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις είναι σήμερα πιθανό να συμβεί, να μη συμβεί πραγματικά την ημέρα των εκλογών.
7 σχόλια:
Υπάρχει κάτι πιο χειροπιαστό από τον κομματικό οπαδισμό που τροφοδοτείται από τις δημοσκοπήσεις στα κομματικά στελέχη, στους ψηφοφόρους και οπαδούς. Η "παράσταση νίκης", που τόσο προβάλλεται και έχει τόση βαρύτητα στην Ελλάδα, είναι ο δείκτης που θα οδηγήσει την εκλογική πελατεία να επιλέξει τα μπλε ή τα πράσινα πολιτικά γραφεία. Σε μια κλίμακα που αρχίζει απ' τον τελευταίο φτωχοδιάβολο αγρότη της υπαίθρου μέχρι τον αστραφτερό κομπιναδόρο της πρωτεύουσας. Είναι ομοπαράλληλη με την κλίμακα της διαφθοράς που εκτείνεται απ' τον τελευταίο υπαλληλίσκο μιας δημόσιας υπηρεσίας μέχρι μέλη του πολιτικού προσωπικού των μεγάλων κομμάτων. Λοιπόν το ποντάρισμα δεν είναι απλώς συναισθηματικό, ιδεολογικό ή αισθητικό. Έχει μια απολύτως υλική και συμφεροντολογική προέλευση, το πάρε-δώσε του ψηφοφόρου με τον κομματάρχη/αρχηγό της πατριάς. Οι περισσότεροι βλέπουν με ποιον τρόπο προκόβουν γύρω τους οι άνθρωποι.
Αυτό είναι το δράμα της χώρας. Η πύρινη τραγωδία που παρακολουθήσαμε live είναι τα επίχειρά του.
Το κείμενό σου, Χαριτίνη, ένας τεκμηριωμένος κόλαφος κατά της μιντιοκρατίας και κατά της απουσίας πολιτικής στις μέρες μας, έχει εκτός από πολιτικές και αμιγώς επιστημολογικές-φιλοσοφικές διαστάσεις, στο βαθμό που καταπιάνεται με το ζήτημα του χρόνου και της τύχης. Διαβάζοντάς το, θυμήθηκα τον Άγγλο ιστορικό Ε.Χομπσμπάουμ που στο βιβλίο του η "Εποχή των άκρων" αναφέρει (μεταφράζω από τα γαλλικά, σελ. 697):" Η θεωρία του χάους συνέβαλε στην επανώθηση, αν μπορούμε να εκφραστούμε κατ'αυτόν τον τρόπο, της παλαιάς αιτιοκρατίας. Συνέθλιψε τους δεσμούς ανάμεσα στην αιτιοκρατία και την προβλεψιμότητα, γιατί συνίστατο κατ'ουσίαν όχι στο ότι τα γεγονότα ήταν συμπτωματικά, αλλά στο ότι τα αποτελέσματα, προκαλούνταν μεν από εξειδικεύσιμες αιτίες, ήταν δε αδύνατον να προβλεφθούν...τα στάδια της ιστορικής ή της εξελικτικής πορείας είναι απολύτως συνεκτικά και επιδέχονται μια εκ των υστέρων εξήγηση, αλλά είναι αδύνατη η εκ των προτέρων πρόβλεψη των αποτελεσμάτων." Οντολογικά λοιπόν, είναι αδύνατη η πρόβλεψη των μελλούμενων, βάσει της τεχνολογίας τουλάχιστον που διαθέτουμε σήμερα. Αλλά δε νομίζω ότι θα μπορέσουμε ποτέ να προβλέψουμε το μέλλον όσον αφορά τα ανθρώπινα γεγονότα για δύο λόγους: ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η υποτιθέμενη γνώση του μέλλοντος, θα επηρέαζε τη συμπεριφορά μας στο παρόν, μεταβάλλοντας και το μέλλον! Ο δεύτερος αφορά στην τραγικότητα της ανθρώπινης κατάστασης που μου φαίνεται αξεπέραστη και που εξαρτώμενη από το θεμελιώδες γεγονός της γνώσης του θανάτου, οδηγεί όλους μας πολλές φορές σε μια απρόβλεπτη και εν πολλοίς ανεξήγητη και μη ερμηνεύσιμη συμπεριφορά.
Το απρόβλεπτο μέλλον δεν πρέπει να μας καθησυχάζει και να μας κάνει αδιάφορους για το παρόν. Τουναντίον, οφείλουμε να οργανώσουμε το παρόν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στηριζόμενοι στην πείρα που μας κληροδότησε το παρελθόν. Μόνο η οργάνωση θα μας επιτρέψει την αυθεντικότητα, οι δύο όροι δεν αντιτίθενται μεταξύ τους. Διαφορετικά περνάμε από τη θεωρία του χάους στο χάος tout court.
Πράγματι Χαρητίνη. Όψεις αυτού που περιγράφεις έχουν αποκληθεί ως η ιδιότητα μιας "αυτοεκπληρούμενης προφητείας" που παρουσιάζουν οι δημοσκοπήσεις. Στην πιο ακραία της εκδοχή εκφυλίζεται σε αυτό που ο "σοφός" λαός λέει: η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα.
βμ, είναι πολύ απαισιόδοξη η οπτική σου. Στην κλίμακα που περιγράφεις εκτός από το φτωχοδιάβολο αγρότη και τον αστραφτερό κομπιναδόρο της πρωτεύουσας υπάρχουν ένα σωρό άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι ακόμα σκέφτονται και ελπίζουν και για τους οποίους η πολιτική δεν είναι ένα μέσο κομματικού "βολέματος".
Και για να συμπληρώσω πάνω στη δική σας συλλογιστική, Γιώργο, Ευάγγελε, θα αναφέρω τον ορισμό του Ρόμπερτ Κ. Μέρτον για την self-fulfilling prophecy:"Μία αρχικά λαθεμμένη πρόβλεψη της κατάστασης προκαλεί μία συμπεριφορά η οποία έχει τελικά ως αποτέλεσμα την πραγματοποίησή της λαθεμμένης πρόβλεψης". Κλασικό παράδειγμα αυτοεκπληρούμενης προφητείας είναι η συμπεριφορά των χρηματιστών, που, στο άκουσμα της φήμης ότι θα υποχωρήσει η τιμή της τάδε μετοχής, κοιτάνε να ξεφορτωθούνε τα κομμάτια τους, με αποτέλεσμα να πέφτει όντως η τιμή της μετοχής ως αποτέλεσμα του μαζικού τους ξεπουλήματος. Αυτό ακριβώς, δεν πρέπει να αφήσουμε να συμβεί στις επικείμενες εκλογές.
Χαριτίνη
Δεν με απασχολεί η αισιοδοξία ή η απαισιοδοξία. Απλώς έκανα πιο λιανό το θέμα της αυτοεκπληρούμενης προφητείας σε επίπεδο κοινωνίας. Σαφώς υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που διαφέρουν και νομίζω ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία, είναι αυτή η δυσφορούσα πλειοψηφία που περιγράφει ο Ξυδάκης. Επειδή τυγχάνει να είμαι των θετικών επιστημών πάντα έχω στο νου μου τη διάκριση μικροσκοπικής και μακροσκοπικής περιγραφής, που φαντάζομαι σου είναι πολύ οικεία. Λοιπόν, υπάρχει πλήθος ατόμων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια κοινωνία των πολιτών. Από την πείρα μου γνωρίζω ότι τέτοιοι άνθρωποι αναγκάζονται να σχηματίσουν "καθαρές" και αεροστεγείς νησίδες, και στο τέλος αναπαράγουν το κυρίαρχο μοτίβο της ελληνικής κοινωνίας: τη βαλκανική πατριά. Πώς το έλεγαν παλιά; όλα γίνονται από τις παρέες. Έτσι περίεργα λειτουργεί η ετερογονία των σκοπών. Λείπει μια επιστημονική επισκόπηση της ελληνικής κοινωνίας, που θα δημιουργήσει και θα χρησιμοποιήσει το εννοιολογικό πλαίσιο που ταιριάζει και είναι αναγκαίο για την περιγραφή της -όχι την περιγραφή μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας, όχι με όρους καθυστέρησης και προόδου. Όταν δεν υπάρχει το κατάλληλο εννοιολογικό οπλοστάσιο, το κατάλληλο νοηματοδοτικό νήμα, μένουμε ενεοί μπροστά σ' αυτά που συμβαίνουν στις ελληνικές μικροκοινότητες, σ'ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Χρησιμοποιούμε λέξεις όπως σουρρεαλισμός, απέραντο τρελλοκομείο, μπουρδέλλο, μεταδημοκρατία της δυσφορίας κ.ο.κ. Πρώτιστο καθήκον οποιουδήποτε επιδιώκει την αλλαγή, την καλυτέρευση, την εκφόρτιση της δυσφορίας, είναι η ακτινοσκόπηση του σώματος των ανθρώπων. Η περιγραφή εμπεριέχει το μέλλον. Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό.
"Λείπει μια επιστημονική επισκόπηση της ελληνικής κοινωνίας"
Τα είπες όλα...
Δημοσίευση σχολίου